Την εξαίρετη συνάδελφο Τόνια ( Αντωνία) Μανιατέα (χθες ήταν η ονομαστική της εορτή), η οποία διακρίνεται για την εγκαρδιότητα , την ευγένεια , την αλληλεγγύη και το διεισδυτικό της πνεύμα, την γνώριζα χρόνια.
Όμως αγνοούσα κάτι ιδιαίτερα σημαντικό: Την
κοινή Μικρασιατική μας ρίζα. Αυτό το πληροφορήθηκα το 2008, όταν από τις εκδόσεις
«ΝΕΦΕΛΗ» κυκλοφόρησε το πρώτο της
ιστορικό μυθιστόρημα , με τίτλο : «Σμύρνη 1922… κι αρχίνισεν η σφαή κι ηπήρεν το φευγιό...».
Χωρίς
υπερβολή , ούτε διάθεση φιλοφρόνησης προς την συγγραφέα , ομολογώ ότι πρόκειται
για ένα από τα καλύτερα βιβλία , που έχω διαβάσει για την μεγάλη τραγωδία , που έπληξε την Σμύρνη και γενικότερα την Μικρά Ασία. και την
οποία κάποιοι δικοί μας αποκάλεσαν... «συνωστισμό».
Αυτό που
κάνει , εκτός των άλλων το βιβλίο
εξαιρέτως σημαντικό, είναι ότι έχει γραφτεί στη διάλεκτο, που μιλούσαν οι Σμυρνιοί και περιγράφει με
πολύ ζωντανό και γλαφυρό τρόπο τη ζωή των Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Παραθέτω
ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα:
"... Ο
καπνός εσκόρπισε παντού κι έπνιξε τη Σμύρνη. Κι έτσι, καθώς κείνοι πο 'χαν
έβρει καταφύι στην καρδιά τσι πόλης, αναγκαστήκανε με τις φλόες να 'βγουν από
τις τρύπες των, ετρέξαν όπως-όπως στην παραλία, φορτώνουντας όλο και πιότερο
την προκυμαία και σπρώχνουντας προς τη θάλασσα τσ' άλλοι πο 'χαν πιάσει θέση
στην άκρια και θεωρούσαν τσ' εαυτοί των τυχεροί που θα 'νουσαν οι πρώτοι για τα
παπόρια. Τρέχανε οι κυνηημένοι απ' τις φλόες προς την παραλία και
στοιβαζούντουσταν σ' τσι κυνηημένοι απ' τσι σφαείς, δεν αντέχανε πολλοί την
πίεση στην άκρια, χάνανε την ισορροπία των κι ηπέφτανε κειδανά στο νερό του
λιμανιού. Οι επόμενοι σκαρφαλώνανε στα βαρκάκια π' ελυϊόντουσταν στη θάλασσα
δεμένα απ' τις πλώρες των με τσι ντόκοι. Οι μεθεπόμενοι βουτάαν κι αυτοί να
πιαστούνα από μιάνε κουπαστή, απ' ένα κουπί, ό,τι τέλος πάντων, κι ήφερναν
τούμπα τις βάρκες κι επνιούντουσταν όλοι μαζί. Μπρος γκρεμός κι οπίσω ρέμα
ήντουνε για τσ' άμοιροι τσι πρόσφυοι και τσι ντόπιοι π' επάλευανε με νύχια και
δόντια να σωθούνε αλλά βλέπανε τώρα πως για από φωτιά θα πάνε για από νερό κι
άμα γλιτώσουνε κι απ' τα δυο, ο άλλος μεάλος κίντυνος ήντουνε για δαύτοι οι
οχτροί. Απελπισμένοι κειδανά, κυκλωμένοι απ' όλες τις μεριές, εχανούντουσταν κι
αναμετάξυ των οι οικογένειες και φωνάζαν οι μανάδες τα παιδιά των και φωνάζαν
τα παιδιά της μανάδες..."
Μέσα από τις
σελίδες του βιβλίου καταγράφονται με τρόπο αριστοτεχνικό οι αφηγήσεις του
παππού και της γιαγιάς της , τα συναισθήματα που αναδύονταν από τις περιγραφές
τους, τα οποία , όπως η ίδια λέει, «χαράχτηκαν για πάντα μέσα μου και δεν θα σβήσουν ποτέ».
Επίσης, προβάλλουν ζωντανές οι
δραματικές σκηνές της σφαγής και του κυνηγητού των προσφύγων του 22 , οι οποίες
αναβιώνουν μέσα από την περιπέτεια της αστικής σμυρναίικης οικογένειας
Αντωνιάδη. Εκατομμύρια πρόσφυγες εγκαταλείπουν τα πατρογονικά τους και
αναζητούν προστασία στη μάνα-Ελλάδα. Κι εδώ, τους περιμένει ένα νέο κυνηγητό. Η
ιστορία των Αντωνιάδηδων θα μπορούσε να είναι η ιστορία κάθε ρωμαίικης
οικογένειας, που πλήρωσε με αίμα την εθνική ματαιοδοξία, τα συμμαχικά παιχνίδια
και εντέλει, την αχρηστία ενός παγκόσμιου συστήματος, που «αφεντεύει»,
διαχρονικά, χωρίς συστολές και φραγμούς. Οι απλοί άνθρωποι δεν είναι μονάδες.
Είναι αγέλες, που εξυπηρετούν ατομικές βλέψεις και ατομικά συμφέροντα και ως
τέτοιες επιστρατεύονται, διώκονται και πληρώνονται, υποστηρίζει η συγγραφέας.
Και έτσι ακριβώς έγινε με τους Αρμένηδες, τους Μικρασιάτες, τους Παλαιστίνιους,
τους Ιρακινούς.
Η Τόνια
Μανιατέα παρομοιάζει τις δραματικές
στιγμές, που έγινε παρανάλωμα του πυρός η Σμύρνη με τη μάνα που πονάει και ξεσκίζεται η
καρδιά της:
«Ο Σωκράτης ένιωθε πόνο στην ψυχή του για την
προδομένη μάνα π’ άφηνε τις τελευταίες της κραυγές κειδανά, σαν να ξέσκιζε τις
σάρκες της βλέπουντας τα παιδία της να φεύγουνε, να την αφήνουνε μοναχή κι
ανυπεράσπιστη, γιατ’ είχε αισθήσεις και χαιρούντουνε και πόναε τούτη η πόλη,
είχε καρδιά, είχε ψυχή….Πόναε τώρα η Σμύρνη γιατί’ χε από τη μιάνε να χαιρετάει
κείνοι πο’ φευγαν κι από την άλληνε, δεν ημπόραε να προστατέψει κείνοι πο’
μεναν και τσ’ έβλεπε να ξεψυχάνε κειδανά, μπρός στα ποδάρια της, καμένοι,
πνιγμένοι, τσαλαπατημένοι.
Ό,τι
μαρτύριο φύλαε ο Θεός για μια μάνα, το πέρναε η Σμύρνη, το πέρναε και
βρυχιούντανε σαν τη λέαινα πο’ χασε τη λευτεριά της κι έμενε τώρα κλεισμένη στο
κλουβί, ανήμπορη να προστατέψει τα παιδιά της, τα τζιέρια της».
Από καρδιάς εύχομαι στην Τόνια Μανιατέα, η οποία πρόσφατα είχε την ονομαστική της γιορτή χρόνια πολλά , υγεία , δημιουργικότητα, και σύντομα να ολοκληρώσει το νέο της βιβλίο.
Α.ΒΙΚΕΤΟΣ
Η Τόνια γεννήθηκε στην
Θεσσαλονίκη. το 1966. Φοίτησε στο τμήμα
Δημοσιογραφίας του North College, παράλληλα πραγματοποίησε σπουδές στη Σχολή Θεάτρου
“Παράγκα” και στη Δραματική Σχολή Κρατικού Θεάτρου Β. Ελλάδος. Παρακολούθησε
εκπαιδευτικά σεμινάρια στο BBC
Λονδίνου και στο αμερικανικό FOX Channel.
Εργάστηκε σε εφημερίδες ,
ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς και από
το 2007 στο Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Έχει εκδώσει την ποιητική
συλλογή “Κρίσης ώρα” από τις εκδόσεις «Παρατηρητής», την φιλοσοφική πραγματεία
με τίτλο “Ευτυχώς πέθανα” από τις εκδόσεις «Ισοκράτης».
Είναι μέλος της Ε.Σ.Η.Ε.Α.
και έχει συμμετοχή σε εθνικά ζωοφιλικά και οικολογικά κινήματα.
Από καρδιάς εύχομαι στην Τόνια Μανιατέα, η οποία πρόσφατα είχε την ονομαστική της γιορτή χρόνια πολλά , υγεία , δημιουργικότητα, και σύντομα να ολοκληρώσει το νέο της βιβλίο.
Α.ΒΙΚΕΤΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου